Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010

Θεολογικός διχασμός για το μάθημα των Θρησκευτικών

Το μάθημα των Θρησκευτικών διχάζει τους Θεολόγους, καθώς έχουν ενταθεί οι συζητήσεις γύρω από το περιεχόμενο και τον τρόπο της διδασκαλίας του. Ο διάλογος αυτός όμως δεν ενδιαφέρει μόνο τους Θεολόγους Καθηγητές, αλλά και την ευρύτερη κοινωνία.

Στο παρελθόν το εν λόγω μάθημα είχε γνωρίσει αρκετές αλλαγές. Για παράδειγμα, η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση Αρσένη περιελάμβανε μεταξύ των πανελλαδικώς εξεταζομένων μαθημάτων στην Β΄ και Γ΄ του Ενιαίου Λυκείου και τα Θρησκευτικά. Η πρωτοβουλία εκείνη θεωρήθηκε από πολλούς, ως μια έμπρακτη αναβάθμιση του μαθήματος στο πλαίσιο της Εκπαιδευτικής Βαθμίδας του Λυκείου. Από τότε ως σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει δραματικά. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η Υπουργική Εγκύκλιος περί απαλλαγής από το μάθημα όσων εκφράζουν λόγους συνείδησης, καθώς και η ερμηνευτική εγκύκλιος του Ειδικού Γραμματέα Γεώργιου Γούση (Φ.12/977/109744/Γ1/26-8-2008). Οι προαναφερόμενες εγκύκλιοι δημιούργησαν την εσφαλμένη εντύπωση ότι το μάθημα έγινε προαιρετικό. Παράλληλα, αυτός ο λανθασμένος χειρισμός του θέματος από την πλευρά του Υπουργείου δημιούργησε ένα κλίμα υποβάθμισης του μαθήματος και αποτέλεσε μια από τις αιτίες έναρξης ενός άτυπου διαλόγου για το περιεχόμενο, τη διδασκαλία και το μέλλον του μαθήματος στην Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

Ανέκαθεν οι θεολογικές έριδες δημιουργούσαν ένα κλίμα πόλωσης, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την τωρινή ομαδοποίηση των Θεολόγων για το επίμαχο ζήτημα. Έτσι, από τη μια υπάρχει μια ομάδα, η οποία εμφανίζεται ως υπέρμαχος της παράδοσης και επιδιώκει έναν ομολογιακό χαρακτήρα για το μάθημα των Θρησκευτικών. Από την άλλη εμφανίζεται μια άλλη ομάδα Θεολόγων, η οποία οραματίζεται για το μάθημα έναν ευρύτερο χαρακτήρα.

Την ίδια στιγμή γνωστοί λόγιοι και μη εκφράζουν την άποψη της πλήρους κατάργησης του μαθήματος, επικαλούμενοι το παράδειγμα χωρών στις οποίες δεν διδάσκεται το μάθημα. Οι ίδιοι αποσιωπούν επιμελώς το γεγονός ότι σε εξίσου πολλές χώρες διδάσκονται τα Θρησκευτικά. Οι εν λόγω κύκλοι αντλούν πολλές φορές τα επιχειρήματα τους μέσα από την διαλεκτική αντιπαράθεση των Θεολόγων, η οποία ορισμένες φορές ξεπερνά τα όρια της νηφαλιότητας. Το γεγονός αυτό θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τους οι Θεολόγοι, καθώς «ο Αννίβας είναι προ των πυλών» και ο διχασμός αποτελεί περιττή πολυτέλεια.

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2010

Η πατερική Θεολογία στο σύγχρονο κόσμο


Διαχρονικά η Εκκλησία αντιμετώπισε κάθε τοπικό πολιτισμό μέσα από τη δυνατότητα που αυτός της έδινε να απελευθερώνει τον άνθρωπο από το θάνατο και να τον οδηγεί στη θέωση. Στο πλαίσιο αυτό κινήθηκε η σχέση Χριστιανισμού και Ελληνικού πολιτισμού, η οποία πέρασε ένα μεταβατικό χρονικό διάστημα μέχρι να φτάσει στην οριστική μορφή της τον 4ο αιώνα μ.Χ. Ήδη στα κείμενα της χριστιανικής γραμματείας του 3ου αιώνα είχε επικρατήσει η τάση προσέγγισης με τον Ελληνικό πολιτισμό, στον οποίο ο Χριστιανισμός έδωσε μια νέα δυναμική.


Στην προοπτική αυτή η συνάντηση της Εκκλησίας με τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό του 1ου αιώνα μ.Χ. οδήγησε στην εξέλιξή του, η οποία συνεχίζεται δυναμικά ως σήμερα. Έτσι, το σχίσμα του 1054 δεν ήταν μόνο θεολογικό αλλά και πολιτισμικό. Με βάση τα παραπάνω θα μπορούσαμε να εκφράσουμε την άποψη ότι ανεξάρτητα από τις όποιες διαιρέσεις του ο Χριστιανισμός δημιούργησε ένα πολιτισμό με δυο κλάδους, τον Ορθόδοξο και τον Δυτικό, οι οποίοι βασίστηκαν κατά ένα μεγάλο μέρος στην πατερική Θεολογία. Πράγματι, η άμεση ή έμμεση επίδραση του Χριστιανισμού στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου βασίστηκε πρώτιστα στην κοινά αποδεκτή Αγία Γραφή. Όμως εκτός από τη Βίβλο θεμέλιο για την Ορθοδοξία, τον Ρωμαιοκαθολικισμό και ορισμένες χριστιανικές Ομολογίες αποτέλεσε και η πατερική θεολογία. Αλλά και στις λοιπές χριστιανικές Ομολογίες θα μπορούσαμε να διακρίνουμε έμμεσες επιδράσεις και γνώση της πατερικής θεολογίας, ακόμα και στην περίπτωση που αυτή επιδιώκονταν για την ανατροπή του πατερικού λόγου. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσουμε τη στενή σχέση της πατερικής Θεολογίας με το χριστιανικό πολιτισμό.

Στη σημερινή πολυπολιτισμική κοινωνία η πατερική Θεολογία μπορεί να αποτελέσει τη βάση για ένα γόνιμο διάλογο της νεότερης Ορθόδοξης Θεολογίας με τη θύραθεν διανόηση. Στο πλαίσιο αυτό η θεολογική σκέψη των Απολογητών μπορεί να βοηθήσει τη σύγχρονη Θεολογία στο διάλογό της με τη Φιλοσοφία και ιδιαίτερα με σχολές, στις οποίες κυριαρχεί ο αγνωστικισμός ή η αθεΐα. Στο ίδιο πλαίσιο οι θεολογικές απόψεις του Ιωάννη του Δαμασκηνού μπορούν να αποτελέσουν βάση διαλόγου του Χριστιανισμού με το Ισλάμ. Αυτή η διαχρονικότητα και η φρεσκάδα των πατερικών απόψεων έχει κάνει την πατερική Θεολογία ιδιαίτερα δημοφιλή στις μέρες μας.